του Τάσου Τασιούλα
Όταν άρχισα να γράφω αυτήν την άποψη το πρώτο που σκέφτηκα ήταν τι θα προσθέσει στην όλη συζήτηση που γίνεται για «Το Ποτάμι» του κ. Σταύρου Θεοδωράκη.
Μάλλον... τίποτα, αλλά για να γίνεται όλος αυτός ο ντόρος κάτι συμβαίνει. Ήδη, λίγες μέρες μετά το πρώτο κείμενο του εμπνευστή και πριν από τις επίσημες ανακοινώσεις, έχουν προλάβει να καταθέσουν τις απόψεις τους υποστηρικτές και επικριτές. Δεν ανήκω σε καμιά από τις δυο κατηγορίες και θεωρώ ότι είναι πολύ πρώιμο να πάρει κάποιος σαφή θέση για την κίνηση.
Το ίδιο «Το Ποτάμι» δεν είναι προς το παρόν παρά μια απλή ταμπέλα, που έχει και γνωστό «ιδιοκτήτη». Ξέρουμε σαν μαγαζί περίπου τι θα πουλάει, αλλά δεν ξέρουμε τι είδους εμπόρευμα έχει μέσα, τι τιμές, τι ποιότητα, τους υπαλλήλους και ουσιαστικά τα ερωτήματά μας είναι πολλά περισσότερα από όσα πραγματικά γνωρίζουμε.
Αυτή ακριβώς είναι η πρώτη επιτυχία του κ. Θεοδωράκη. Έκανε ένα πολύ ωραίο «τρέιλερ» για μια εκπομπή, με αποτέλεσμα όλοι να την περιμένουν με ανυπομονησία και να συζητούν γι’ αυτή. Προτού τη δουν. Πότε όμως θα μπορούν οι απόψεις για την… εκπομπή να είναι κατασταλαγμένες; Όταν τη δούμε και μετά.
Ο κ. Θεοδωράκης ξέρει να κάνει τηλεόραση και γενικότερα δεν μπορεί να του αμφισβητήσει κάποιος την εμπορικότητα των δημοσιογραφικών και επικοινωνιακών εγχειρημάτων του. Σε μια εποχή που η πολιτική παίζεται κυρίως με όρους επικοινωνίας, «Το Ποτάμι» έχει τύχη. Επειδή εκείνος που καθορίζει τη ροή του είναι ένας ειδικός.
Η όποια κριτική γίνεται για «Το Ποτάμι» μέχρι σήμερα, το αδικεί. Να το δούμε κι ας τοποθετηθεί καθένας μετά. Στην πραγματικότητα η μέχρι σήμερα κριτική γίνεται στον ίδιο τον κ. Θεοδωράκη. Αυτό δε μου κάνει. Δε μου πηγαίνει ως λογική, ειδικά όταν συζητάμε για κάτι καινούργιο, το οποίο το κρίνουμε με όρους ιστορικούς. Δεν είναι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ο κ. Θεοδωράκης. Δεν είμαστε στη γένεση των σημερινών κομμάτων. Είμαστε σε άλλες συνθήκες, αλλά δυστυχώς ακόμη καθετί καινούργιο μας τρομάζει και μας ξεβολεύει. Το αντιμετωπίζουμε με καχυποψία και μια δόση εχθρότητας. Βάζουμε αμέσως μπροστά τα αμυντικά μας συστήματα, τα μετατρέπουμε σε επιθετικά και πάμε να κόψουμε τη φόρα από το νέο.
Άδικο κατά τη γνώμη μου. Όπως άδικο έχουν και οι πρώιμοι υποστηρικτές του εγχειρήματος. Πώς μπορεί να παρουσιάζεται ένας επαγγελματίας ως εναλλακτικός, ριζοσπαστικός και ριξηκέλευθος, κοινωνικός, προοδευτικός και κεντροαριστερός έως αριστερίζων, όταν το μεγαλύτερο μέρος του επαγγελματικού βίου του και τις μεγαλύτερες επαγγελματικές επιτυχίες του τις έχει κάνει μέσα στο μιντιακό συγκρότημα που είναι κύριος εκφραστής αυτού που ονομάζουμε σύστημα; Απάντηση δεν έχω. Το πιστώνω ως προσωπική επιτυχία στον δημοσιογράφο, που αποστασιοποιήθηκε από το μέσο στο οποίο δούλευε και κατόρθωσε να περάσει στην κοινή γνώμη την εικόνα που ο ίδιος ήθελε για τον εαυτό του και την επαγγελματική υπόστασή του. Ως επαγγελματίας είναι καλός, εδώ όμως θέλουμε καλό πολιτικό. Και το μάτι μας (και το πετσί μας) έχει χορτάσει από καλούς επαγγελματίες που έγιναν άθλιοι πολιτικοί…
Από την άλλη οι συνθήκες υπό τις οποίες γεννήθηκε «Το Ποτάμι» δεν μπορούν παρά να μας παραπέμπουν σε ακόμη μια προσπάθεια «της μόδας». Αν πρόκειται για κάτι τέτοιο θα έχει μια πρόσκαιρη επιτυχία και σαν τη μόδα θα περάσει. Ως προς αυτό, μόνο καινοφανής δεν είναι η προσπάθεια. Ένα τηλεοπτικά αναγνωρίσιμο πρόσωπο αναλαμβάνει μια πρωτοβουλία, η οποία συνήθως δεν έχει το απαιτούμενο βάθος, ούτε το πολιτικό υπόβαθρο για να εδραιωθεί στην κοινωνία ως το ρεύμα που έχουμε όλοι ανάγκη σήμερα, αφενός για να μας απαλλάξει από τις απαρχαιωμένες κομματικές δομές που όλοι γνωρίζουμε, αφετέρου για να δώσει πραγματική ελπίδα σε μια κοινωνία που αντιμετωπίζει μια ανθρωπιστική και οικονομική κρίση. Όσοι φέρνουν το παράδειγμα του Μπέπε Γκρίλο στην Ιταλία παραβλέπουν πολλές, ουσιώδεις, ειδοποιούς διαφορές.
Θα μείνω συνεπώς μόνο στην ανακοίνωση του κ. Θεοδωράκη. Όσα αναφέρει αποτελούν σημεία του γενικότερου κοινωνικού προβληματισμού, τα οποία ασπάζονται (χωρίς να κάνουν τίποτα γι’ αυτά) το σύνολο των υφιστάμενων πολιτικών κομμάτων. Απαντήσεις θέλει η κοινωνία, όχι διαπιστώσεις. Τις απαντήσεις θα πρέπει να τις περιμένουμε και τότε να κρίνουμε «Το Ποτάμι». Ας δώσουμε το χρόνο και την ευκαιρία να εκφράσει αυτό που θέλει ο κ. Θεοδωράκης και όσοι συνταχθούν στο εγχείρημά του και μετά θα έχουμε πολλά να πούμε. Τι θα έχει να πει για την ανεργία, για την οικονομία, για τα εκρηκτικά κοινωνικά προβλήματα. Τι θα έχει να πει για την Ευρωπαϊκή Ένωση, για την καθημερινότητα των πολιτών, για την περιβόητη σύγκληση, που δεν ήρθε ποτέ.
Προς το παρόν, ακόμη και σε αυτά τα ζητήματα όλοι κρίνουν το εγχείρημα με όρους παλαιοκομματικούς. Είναι εκείνη η περίφημη «ξύλινη γλώσσα» που τόσα χρόνια αναγνωρίζουμε ότι μιλούμε οι δημοσιογράφοι και έχει ως αποτέλεσμα να μας απομακρύνει από την κοινωνία, τα προβλήματα και τις απαιτήσεις της. Αλλά δεν μπορούμε να την αλλάξουμε. Την ίδια «ξύλινη γλώσσα» χρησιμοποιούν όλοι όσοι σπεύδουν να κρίνουν το εγχείρημα. Σαν το ανέκδοτο που φτάνει στο συμπέρασμα «φταίω εγώ που δε σε… έκοψα όταν ήσουνα μικρό. Τώρα μεγάλωσες και…».
Ας αφήσουμε «Το Ποτάμι» να κυλήσει. Εκτός αν κάποιοι φοβούνται μήπως τους πνίξει… Ο πανικός δεν είναι ποτέ καλός σύμβουλος, άσε που φανερώνει πολλά. Εγώ χαίρομαι που «Το Ποτάμι» είναι μια πρώτη ευκαιρία να μιλήσουμε για τις Ευρωεκλογές, οι οποίες δεν καταλαμβάνουν παρά ένα πολύ μικρό μέρος της πολιτικής συζήτησης στη χώρα μας, παρά την κρισιμότητά τους, τόσο για την ευρωπαϊκή οικογένεια της οποίας είμαστε μέλος, όσο και για το ίδιο το μέλλον της χώρας.
Για τον ίδιο λόγο χαίρομαι, και οφείλω να το ομολογήσω δημοσίως (διότι ξαναδιαβάζοντας την άποψη αυτή μου φαίνεται ότι πολύ… χαϊδεύει τον κ. Θεοδωράκη και δεν έχω καμιά τέτοια πρόθεση), για το εγχείρημα του κ. Νίκου Χρυσόγελου, το οποίο επίσης κάνει την πρώτη του εμφάνιση στις Ευρωεκλογές. Και για να είμαι τίμιος, ο κ. Χρυσόγελος έχει πολλά περισσότερα να μου πει για την Ευρωπαϊκή Ένωση και κυρίως να μου δείξει σημαντικό έργο από τα δυόμιση χρόνια της θητείας του ως ευρωβουλευτής από τον –χωρίς πολιτικές περγαμηνές- κ. Θεοδωράκη.
Επειδή δε με φοβίζει το νέο, καλώς όρισε «Το Ποτάμι» ως ακόμη μια εναλλακτική πρόταση για τους ψηφοφόρους. Τη δυναμική του θα τη δούμε στην πορεία. Τα πρόσωπα του ευρωψηφοδελτίου θα τα περιμένουμε επίσης, αλλά κυρίως τις αρχές και τις θέσεις του. Σε όσους είναι περισσότερο προσωποκεντρικοί από εμένα συνιστώ υπομονή. Δε θα περίμενα την ώρα που κανένας άλλος δεν έχει ανακοινώσει ούτε ένα όνομα υποψήφιου ευρωβουλευτή να το κάνει το… νεογέννητο του κ. Θεοδωράκη.
Σε πρώιμους επικριτές και υποστηρικτές ένα έχω να πω: «Ακόμη δεν τον είδαμε Γιάννη τον βαφτίσαμε».