Η δήλωση του κ. Θεόδωρου Πάγκαλου ότι «Κι εμείς παρακολουθούσαμε τον πρεσβευτή των ΗΠΑ στην Αθήνα!» αναφερόμενος στη θητεία του στο υπουργείο Εξωτερικών και σχετικά με το μείζον διπλωματικό θέμα που έχει ξεσπάσει μεταξύ Ευρώπης και Αμερικής, έχει προκαλέσει θύελλα αντιδράσεων τόσο στο εσωτερικό της χώρας, όσο και στο εξωτερικό.
Ενδεικτικές του κλίματος... που έχει διαμορφωθεί μετά τη δήλωση του πρώην υπουργού είναι οι ανταποκρίσεις του αμερικανικού Τύπου.
Ειδικότερα, οι New York Times αναφέρουν πως η εμπλοκή της Ευρώπης στα «παιχνίδια κατασκοπείας» κατέστη πιο αξιόπιστη μετά τις δηλώσεις του πρώην υπουργού Εξωτερικών της Ελλάδας, Θεόδωρου Πάγκαλου, σε ραδιοφωνικό σταθμό, ο οποίος παραδέχθηκε ότι οι ελληνικές μυστικές υπηρεσίες «υπέκλεπταν τηλεφωνικές συνομιλίες» των πρεσβευτών των ΗΠΑ στην Ελλάδα και στην Τουρκία, τη δεκαετία του ’90.
Επίσης, σημειώνουν πως οι Ευρωπαίοι ηγέτες αναζητούν τρόπους για να καθυστερήσουν την υιοθέτηση σχετικής νομοθεσίας για την προστασία της ιδιωτικής ζωής των πολιτών της Ευρώπης, μολονότι καταγγέλλουν τις παρακολουθήσεις τηλεφωνικών συνομιλιών που διενεργούσαν οι ΗΠΑ.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, δύο ημέρες μετά το τηλεφώνημα που έκανε στον Πρόεδρο των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα, για να διαμαρτυρηθεί για την υποκλοπή του κινητού της τηλεφώνου, η Άγγελα Μέρκελ συντάχθηκε με τους Ευρωπαίους εταίρους της, στη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ, την προηγούμενη εβδομάδα. Η Γερμανίδα καγκελάριος συμφώνησε με την αναβολή υιοθέτησης ενός νέου νόμου για την προστασία των προσωπικών δεδομένων, πιθανώς έως το 2015, μετά την ανάδειξη του νέου Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Όπως επισημαίνεται, η συγκατάθεση της Γερμανίας στη βρετανική πρόταση για πάγωμα της σχετικής νομοθεσίας υπογραμμίζει τις αντιφάσεις των Ευρωπαίων ηγετών μεταξύ της λεκτικής στήριξης της ιδιωτικότητας και των πολιτικών τους αποφάσεων. Αναλυτές εκτιμούν ότι «όλοι εμφανίζονται θιασώτες της προστασίας της ιδιωτικότητας στις δημόσιες δηλώσεις τους, αλλά βλέπουμε ότι οι Ευρωπαίοι ηγέτες δεν είναι ιδιαίτερα ενθουσιώδεις και αναζητούν τρόπους για να καθυστερήσουν τη διαδικασία».
Στη συνέχεια, υπογραμμίζεται ότι οι αποκαλύψεις του Έντουαρντ Σνόουντεν για τις δραστηριότητες της NSA (Υπηρεσία Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ) δημιούργησαν «έντονο διάλογο» στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, σχετικά με τη «δέουσα ισορροπία» μεταξύ της ιδιωτικότητας και των οικονομικών συμφερόντων ή τις απαιτήσεις ασφάλειας. Στην προσπάθειά της να ελέγξει τη ζημιά, όπως τονίζεται, η κυβέρνηση Ομπάμα δήλωσε ότι εξετάζει την απαγόρευση της παρακολούθησης φίλα προσκείμενων ξένων ηγετών. Αν και δεν υπήρξε αντίδραση από μέρους της κ. Μέρκελ, αξιωματούχοι στο Βερολίνο δέχθηκαν θετικά την είδηση, ως συνειδητοποίηση ότι τα αμερικανικά οικονομικά συμφέροντα θα μπορούσαν να πληγούν εάν συνεχίζονταν οι παρακολουθήσεις.
Επίσης, στο εν λόγω δημοσίευμα σημειώνεται ότι οι αποκαλύψεις δεν έβλαψαν, ωστόσο, μόνο την αμερικανική πλευρά, καθώς οι Ευρωπαίοι πολιτικοί επιχειρούν να υποβαθμίσουν τον ρόλο των δικών τους μυστικών υπηρεσιών στις παρακολουθήσεις και είναι γνωστό εδώ και καιρό ότι οι βρετανικές μυστικές υπηρεσίες διεξήγαν παρακολουθήσεις εκ μέρους των ΗΠΑ.
Τέλος, προστίθεται ότι η νομοθεσία που πρότεινε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για την προστασία της ιδιωτικότητας προσέκρουσε στην έντονη αντίδραση επιχειρηματικών κύκλων στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη. Υπάρχει, επίσης, η ανησυχία ότι το θέμα αυτό θα μπορούσε να περιπλέξει τις διαπραγματεύσεις για τη συμφωνία δημιουργίας ζώνης ελεύθερου εμπορίου μεταξύ Ευρώπης και ΗΠΑ, μιας συμφωνίας την οποία πολλοί Ευρωπαίοι θεωρούν ιδιαίτερα σημαντική για την ανάκαμψη της ευρωπαϊκής οικονομίας.