Παρουσία… εισαγγελέα θα διεξάγεται ως φαίνεται στο εξής η πολιτική αντιπαράθεση, καθώς όσο προχωράμε προς την κρίσιμη διαδικασία της προεδρικής εκλογής, η κατάσταση θα... γίνεται ανεξέλεγκτη.
Η δικαστική έρευνα που ξεκίνησε με αφορμή τις καταγγελίες στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ περί παρασκηνιακών προσπαθειών να χρηματιστούν και να εξαγοραστούν βουλευτές προκειμένου να υπερψηφίσουν Πρόεδρο της Δημοκρατίας για να παραταθεί έτσι ο βίος της σημερινής κυβέρνησης, δίνει μια γεύση για το πώς μπορεί να εξελιχτεί η χωρίς όρια σύγκρουση. Οι τελευταίες άγριες και ακραίες αντιπαραθέσεις ανάμεσα σε κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση που προκάλεσαν την εισαγγελική έρευνα, φαίνεται καθαρά ότι θα ταλανίσουν για όλο το επόμενο τετράμηνο την πολιτική ζωή.
Βέβαια η εισαγγελική έρευνα που εξελίσσεται, ακόμα και με καταθέσεις πολιτικών αρχηγών, αλλά και η μερική αναδίπλωση του ΣΥΡΙΖΑ -«δεν μιλήσαμε για αργυρώνητους βουλευτές» λένε τώρα-, εκτονώνει παροδικά την κατάσταση και επαναφέρει κάπως την ηρεμία στο μέτωπο αυτό. Ωστόσο είναι περισσότερο από προφανές ότι οι κινήσεις των κομμάτων χαρακτηρίζονται από νευρικότητα και αγωνία, αφού οι συσχετισμοί δεν έχουν ακόμη διαμορφωθεί και πολλά θα εξαρτηθούν από τις εξελίξεις του μεσοδιαστήματος έως τον Φεβρουάριο που θα εκκινήσει η σχετική διαδικασία.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις πολιτικών και δικαστικών κύκλων, εάν η δικαστική παρέμβαση καταλήξει στο συμπέρασμα ότι δεν υφίσταται καμία επιχείρηση εξαγοράς και ότι δεν ισχύουν όσα κυκλοφορούν περί του αντιθέτου, ίσως να διευκολύνει την πολιτική ζωή να επανέλθει για ένα διάστημα σε κανονικούς ρυθμούς, ως προς το θέμα της προεδρικής εκλογής. Ωστόσο, επειδή το διάστημα είναι μεγάλο μέχρι τον Φεβρουάριο που αρχίζει η διαδικασία, είναι πιθανόν να επανέλθουν οι σκιές, οι ψίθυροι, οι φημολογίες, ακόμη και οι καταγγελίες – ανάλογα με τις διεργασίες ή και τις μετακινήσεις βουλευτών που θα προκύψουν στο μεταξύ.
Εκτός βέβαια και αν η δικαστική έρευνα τραβήξει σε χρόνο και ουσιαστικά η όλη διαδικασία της ψηφοφορίας για νέο Πρόεδρο της Δημοκρατίας αποκτήσει το πρωτοφανές στοιχείο -που θα είναι και παγκόσμια πρωτοτυπία- να γίνει ουσιαστικά υπό το βλέμμα και την υψηλή εποπτεία… εισαγγελέα!
Αμφίρροπη μάχη
Αν ήταν ποδοσφαιρικός αγώνας θα έλεγε κανείς ότι πρόκειται για ντέρμπι που θα κριθεί στις καθυστερήσεις. Στην υπόθεση της προεδρικής εκλογής συμβαίνει κάτι ανάλογο: παρά την αίσθηση της δυσκολίας που έχει το εγχείρημα για ανάδειξη του Προέδρου της Δημοκρατίας από τη σημερινή Βουλή, υπάρχουν πολλές ενδείξεις και εκτιμήσεις ότι όλα θα κριθούν τις τελευταίες εβδομάδες, ίσως και κατά τη διάρκεια της πολυήμερης διαδικασίας, ακόμη και στην καθοριστική τρίτη ψηφοφορία.
Η πολιτική ζωή είναι αναγκασμένη να κινηθεί στην κόψη του ξυραφιού καθώς η μεν κυβέρνηση δεν διαθέτει τους 180 βουλευτές, όπως ισχυρίστηκε ήδη από τον Αύγουστο ο κ. Αντώνης Σαμαράς, ο δε ΣΥΡΙΖΑ δεν νιώθει καθόλου βέβαιος ότι υπάρχει ένα μέτωπο 121 βουλευτών που χρειάζεται για να μπλοκάρει την προεδρική εκλογή.
Οπως εκτιμούν ψύχραιμοι παρατηρητές των κοινοβουλευτικών διεργασιών, αν ο κ. Σαμαράς ήταν σίγουρος για τους «180» θα επέσπευδε την προεδρική εκλογή, όπως του ζήτησε και ο κ. Αλέξης Τσίπρας, και θα έληγε την όλη εκκρεμότητα πολύ νωρίτερα. Αλλά και ο ΣΥΡΙΖΑ εάν αισθανόταν απόλυτη υπεροχή δεν θα χρειαζόταν να κάνει καταγγελίες για «κουμπαρά» που προορίζεται για εξαγορά βουλευτών.
Δεν χωρά αμφιβολία ότι τα πράγματα είναι αμφίρροπα. Από τη μια πλευρά η κυβέρνηση έχει την αφετηρία των 155 βουλευτών που της παρείχαν πρόσφατα ψήφο εμπιστοσύνης στη Βουλή, υπολογίζει σε περίπου 15 βουλευτές που δείχνουν ανοχή, κριτικάρουν τον ΣΥΡΙΖΑ και ξεκαθαρίζουν ότι η προεδρική εκλογή είναι ξεχωριστή διαδικασία, και αναζητεί άλλους δέκα από μια ιδιόμορφη δεξαμενή, ευελπιστώντας σε ρήγματα στις γραμμές των Ανεξάρτητων Ελλήνων και της Δημοκρατικής Αριστεράς.
Από την άλλη ο ΣΥΡΙΖΑ ελπίζει ότι ο δρόμος ανάμεσα στους «155» που υπερψήφισαν την κυβέρνηση στη διαδικασία παροχής ψήφου εμπιστοσύνης έως τους «180» που χρειάζονται για την προεδρική εκλογή είναι υπερβολικά μακρύς για να τον καλύψουν οι κύριοι Σαμαράς και Βενιζέλος, με δεδομένο ότι πέντε κόμματα της αντιπολίτευσης, που αριθμούν 122 βουλευτές (ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΚΚΕ, οι ΑΝ.ΕΛ., η ΔΗΜ.ΑΡ. και η Χρυσή Αυγή), αλλά και περίπου πέντε-έξι ανεξάρτητοι, έχουν ταχθεί υπέρ των εκλογών.
Οι συνισταμένες που θα κρίνουν την έκβαση
Με την προεδρική εκλογή να μετατρέπεται σε θρίλερ, οι παράγοντες που θα επηρεάσουν και θα καθορίσουν την τελική έκβαση της αναμέτρησης είναι πλέον πολλοί. Τα πέντε στοιχεία που φαίνεται ότι θα κρίνουν τη μάχη είναι τα εξής:
Πρώτον, η πορεία της εισαγγελικής έρευνας. Με τη Δικαιοσύνη να παρακολουθεί το θέμα, είναι δύσκολο να επανέλθουν σύντομα καταγγελίες και υπαινιγμοί για εξαγορά βουλευτών. Εάν μάλιστα υπάρξει εισαγγελικό πόρισμα που θα διαπιστώνει ότι δεν τίθεται τέτοιο θέμα, τότε θα διευκολυνθούν οι διεργασίες, που πιθανόν θα οδηγήσουν σε μετατοπίσεις βουλευτών από τη μια θέση στην άλλη, όπως για παράδειγμα από το «όχι» στη σημερινή συγκυβέρνηση, στο «ναι» κατά την προεδρική εκλογή.
Δεύτερον, οι γενικότερες πολιτικές εξελίξεις. Εάν δηλαδή η κυβέρνηση δείξει ότι βελτιώνει την κατάσταση και εγγυάται τη σταθερή πορεία προς την έξοδο της χώρας από την κρίση, τότε θα προσελκύσει βουλευτές στην προεδρική εκλογή. Αντιθέτως, εάν φθαρεί ακόμη περισσότερο στο μεσοδιάστημα, τότε είναι πιθανόν να χάσει συμμάχους.
Τρίτον, η διάθεση της κυβέρνησης, σε συνδυασμό και με τα παραπάνω να κάνει διορθωτικές κινήσεις, αλλάζοντας το μείγμα της πολιτικής της, ή προχωρώντας σε νέες συμμαχίες, όπως ζήτησαν ανεξάρτητοι βουλευτές, αλλά και του ΠΑΣΟΚ πρόσφατα στη Βουλή.
Τέταρτον, οι εσωκομματικές διεργασίες σε ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜ.ΑΡ. και ΑΝ.ΕΛ. Στο ΠΑΣΟΚ το ενδιαφέρον στρέφεται στη στάση των παπανδρεϊκών, που αμφισβητούν τον κ. Ευάγγελο Βενιζέλο και στο αν έχουν διάθεση να ψηφίσουν κεντροδεξιό υποψήφιο και ειδικά τον κ. Κώστα Καραμανλή, αν προκύψει τέτοια υποψηφιότητα. Στη ΔΗΜ.ΑΡ. είναι σαφές ότι υπάρχουν ρήγματα ως προς τις προθέσεις των βουλευτών για το πού θα πάνε την επόμενη ημέρα, ενώ το ίδιο ισχύει και για τους ΑΝ.ΕΛ., καθώς πολλοί θα έβλεπαν θετική την εκλογή Προέδρου παρά την επίσημη θέση του κόμματος για προσφυγή στις εκλογές ως προτεραιότητα.
Πέμπτον, η πολιτική συμμαχιών του ΣΥΡΙΖΑ. Η Κουμουνδούρου ανοίγει σιγά- σιγά τις πόρτες των ψηφοδελτίων σε όσους εκ του κεντροαριστερού και σοσιαλδημοκρατικού χώρου καταψηφίσουν στην προεδρική εκλογή, αλλά αυτή η διάθεση της ηγεσίας δεν είναι βέβαιο ότι μπορεί να υλοποιηθεί και στην πράξη, εξαιτίας των εσωκομματικών αντιδράσεων. Είναι ωστόσο γα αρκετούς ένα δέλεαρ.
Τι φοβάται ο ΣΥΡΙΖΑ
Αν και υπήρξαν φωνές από το εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ ότι κακώς η πολιτική συζήτηση προσανατολίστηκε στις καταγγελίες περί χρηματισμού βουλευτών για να υπερψηφίσουν Πρόεδρο της Δημοκρατίας από τη σημερινή Βουλή, ο θόρυβος που προκάλεσε η Κουμουνδούρου δεν ήταν τυχαία επιλογή.
Ουσιαστικά φανερώνει έναν πραγματικό φόβο ότι, παρά τους τωρινούς δυσμενείς για την κυβέρνηση συσχετισμούς στο κοινοβούλιο, είναι δυνατόν τελικά, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, να προκύψει η αυξημένη πλειοψηφία των 180 βουλευτών που απαιτείται για να εκλεγεί Πρόεδρος χωρίς να καταφύγουμε σε εθνικές εκλογές.
«Αν δεν φοβούνταν και ήταν απολύτως σίγουροι, δεν θα έκαναν αυτού του είδους τις καταγγελίες», έλεγε προ ημερών έμπειρος κοινοβουλευτικός για τα στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Υπάρχουν πολλοί επιτελείς του κ. Αλέξη Τσίπρα που εκτιμούν ως εξαιρετικά δύσκολη, αλλά όχι εντελώς απίθανη την εξής εξέλιξη: Η πλειονότητα των ανεξάρτητων βουλευτών -ακόμη και οι δύο που προέρχονται από τη Χρυσή Αυγή- να συμπλεύσει τελικά με την κυβέρνηση και ταυτόχρονα να υπάρξουν διαρροές και αποσκιρτήσεις από τη Δημοκρατική Αριστερά και τους Ανεξάρτητους Ελληνες, που να οδηγήσουν στο «180». Από τη ΔΗΜ.ΑΡ. θεωρούν χαμένη υπόθεση την κυρία Νίκη Φούντα -επιρροής Σπύρου Λυκούδη- ενώ δεν εμπνέουν σιγουριά οι περιπτώσεις των κυρίων Θωμά Ψύρρα και Δημήτρη Αναγνωστάκη. Λόγω των αντιδράσεων στις τοπικές οργανώσεις του ΣΥΡΙΖΑ στην Αχαΐα για την ενδεχόμενη συνεργασία με τον κ. Νίκο Τσούκαλη, δεν ξέρουν τι θα γίνει ούτε με τον συγκεκριμένο παλιό «σύντροφό» τους. Από τους ΑΝ.ΕΛ. υπάρχει ο φόβος μετατόπισης από το «όχι» στο «ναι» για τον Πρόεδρο, τουλάχιστον τριών τεσσάρων βουλευτών: οι κύριοι Πάυλος Χαϊκάλης, Παναγιώτης Μελάς και η κυρία Μαρία Κόλλια-Τσαρουχά συγκεντρώνουν τις περισσότερες υποψίες.